Στοιχεία βιβλιογραφικής αναφοράς | Έτος Α, τχ. 20 (14 Απριλίου 1871), σ. 1-2.
τχ. 21 (19 Απριλίου 1871), σ. 9-10,
τχ. 22 (24 Απριλίου 1871), σ. 18-18,
τχ. 23 (29 Απριλίου 1871), σ. 26-27, υπάρχει ο υπότιτλος "περί υιοθεσίας"
τχ. 24 (4 Μαΐου 1871), σ. 31-32, υπάρχει ο υπότιτλος "περί ιδιοκτησίας"
τχ. 25 (10 Μαΐου 1871), σ. 42-44, υπάρχει ο υπότιτλος "περί εξουσίας εν τη οικογένεια". |
Περίληψη | Το παρόν κείμενο αρχικά αναφέρει ότι αν η οικογένεια είναι η μικρογραφία της πολιτείας τότε αποτελεί την πιο πιστή μορφή της. Έτσι, μπορεί κάποιος να λάβει όλες τις αρετές ή τις κακίες της πολιτείας. Επίσης, αναφέρεται ότι η φιλοπατρία, η πίστη, η δικαιοσύνη, η φιλανθρωπία, ο σεβασμός στη θρησκεία και στους νόμους και όλες οι άλλες αρετές ασκούνται στην πολιτεία ανάλογα με την ισχύ ή τη χαλάρωση των δεσμών της οικογένειας και με την αφοσίωση στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις αυτής. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι όταν ο πολίτης έχει μάθει να είναι σωστός μέσα στην οικογένεια του, να αναλαμβάνει και να πραγματοποιεί τις υποχρεώσεις του, δεν μπορεί παρά να είναι σωστός πολίτης και για την κοινωνία. Από την άλλη αν δεν βλέπει την οικογένειά του ενωμένη θα προσφέρει τα αντίστοιχα στην κοινωνία.
Στο δεύτερο μέρος γίνεται λόγος για τη θρησκεία κατά την αρχαιότητα. Αναφέρει ότι μια κοπέλα κατά την παιδική της ηλικία ασχολείται με τα θρησκευτικά δρώμενα, όταν παντρευόταν, όμως, άλλαζε θρησκεία, καθώς ακολουθούσε τη θρησκεία του άνδρα της. Στη συνέχεια, αναφέρει ότι ο γάμος αποτελείται από τρεις τελετές: την εγγύηση που αναφέρεται στον αρραβώνα, το τέλος που αναφέρεται στην εγκατάλειψη της θρησκείας του πατέρα και την υιοθέτηση της θρησκείας του άνδρα από τη νυμφευμένη, την πομπή που αναφέρεται στη μύηση της συζύγου. Στη συνέχεια περιγράφονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά κάθε τελετής.
Στο τρίτο μέρος γίνεται αναφορά στη σπουδαιότητα του γάμου κατά τα αρχαία χρόνια και στη σπανιότητα των διαζυγίων κυρίως όταν ο γάμος ήταν θρησκευτικός. Στη Ρώμη όταν ο γάμος ήταν εικονικός μπορούσε να διαλυθεί, όταν όμως επρόκειτο για θρησκευτικό γάμο, αποτελούσε μια δύσκολη διαδικασία, χρειαζόταν τελετή, καθώς όπως ρητά λέει ο αρθρογράφος μόνο η θρησκεία μπορούσε να διαλύσει ότι έφτιαξε. Στη συνέχεια αναφέρεται το όνομα της τελετής: διασίτησις και περιγράφεται αναλυτικά η τελετή. Τέλος, σχολιάζεται ότι το παιδί που γεννιόταν και δεν μυούταν στη θρησκεία του πατέρα, δεν μπορούσε να μετέχει στα θρησκευτικά δρώμενα και να προσφέρει θυσίες στο σπίτι.
Στο επόμενο μέρος σχολιάζεται αν έπρεπε ή όχι να χωρίζει ένα ζευγάρι σε περίπτωση που δεν είχε παιδιά. Αναφερόμενος, ο αρθρογράφος, σε συγκεκριμένα παραδείγματα δείχνει τις αντιλήψεις που υπήρχαν στην αρχαιότητα. Συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι οι νόμοι που υπήρχαν στην Ινδία, διέταζαν το διαζύγιο σε περίπτωση που το ζευγάρι δεν είχε παιδιά μετά από οκτώ χρόνια γάμου. Σχετικά με την Ελλάδα, δεν σώζονται νόμοι, όμως, υπάρχει ένα απόσπασμα από τον Ηρόδοτο όπου αναφέρει ότι δεν ήταν υποχρεωτικό το διαζύγιο, όμως ήταν υποχρέωση των γονέων να έχουν παιδιά. Γι' αυτό ο συγκεκριμένος άνδρας που αναφέρεται στο απόσπασμα μπόρεσε να έχει δυο γυναίκες, τη μια που αγαπούσε και την άλλη για να δημιουργήσει οικογένεια. Όσον αφορά στους Ρωμαίους, ένας Ρωμαίος χώρισε τη γυναίκα του γιατί δεν απέκτησε αγόρι. Το κορίτσι το θεωρούσαν πρόσκαιρο μέρος της οικογένειας όσον αφορά τη διατήρηση της θρησκευτικής λατρείας. Στη συνέχεια, περιγράφει την τελετή της αμφιδρομίας, η οποία σχετίζεται με τη μύηση του μωρού στη θρησκεία του πατέρα. Επιπρόσθετα, αναφέρει τη διαφορά ανάμεσα στην αρχαιότητα και την εποχή εκείνη για το αν ένα ζευγάρι δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά.
Το επόμενο μέρος αναφέρεται στην ιδιοκτησία και ο συγγραφέας την εποχή που ζει σχολιάζει ότι όταν κάποιος είχε κομμάτι γης, το οποίο είχε αγοράσει ή κληρονομήσει του ανήκε. Σχολιάζει, επίσης, ότι δεν συνέβαινε το ίδιο στην αρχαιότητα. Αναφερόμενος στους αρχαίους Γερμανούς, λέει ότι κάθε πολίτης κατείχε ένα μέρος γης, το οποίο του έδινε ο αρχηγός της φυλής του για ένα ή περισσότερο χρόνια και το φρόντιζε μέχρι τη στιγμή που η φυλή θα μετανάστευε. Όσον αφορά στους Ιουδαίους, κατείχαν κτήματα τα οποία χρησιμοποιούσαν με όποιον τρόπο ήθελαν για επτά χρόνια, μετά έπρεπε να τα πουλήσουν, γιατί τα κτήματα ήταν από το Θεό. Στην Ελλάδα, είχαν πλήρη ιδιοκτησία οι πολίτες στα κτήματα τους αλλά έπρεπε να προσφέρουν τους καρπούς τους για τα κοινά συσσίτια.
Η θρησκευτική λατρεία συνδέεται με την ιδιοκτησία στην Ελλάδα. Έτσι τα κτήματα δεν πωλούνται αλλά κληροδοτούνται στους απογόνους, καθώς όπως αναφέρει ο αρθρογράφος, όπως η θρησκευτική λατρεία κληροδοτείται έτσι και η ιδιοκτησία, γιατί αυτά τα δυο συνδέονται μεταξύ τους. Επιπλέον, αναφέρει ότι είναι δυσαρεστημένος με τη θέση της γυναίκας στην ιδιοκτησία, όμως, όπως ο ίδιος υποστηρίζει είναι φυσική απόρροια της θρησκευτικής λατρεία η οποία περνάει από άνδρα σε άνδρα. Οι γυναίκες δεν μπορούν να διαιωνίσουν την θρησκεία γιατί από τη μέρα που παντρεύονται ακολουθούν τις συνήθειες των ανδρών τους.
Στο τελευταίο μέρος αυτό αναφέρει ότι σε περίπτωση που μόνη κληρονόμος ήταν γυναίκα ήταν υποχρεωμένη να παντρευτεί τον πλησιέστερο συγγενή της, γιατί μόνον αυτός ήταν ικανός να συνεχίσει την πατρική θρησκευτική λατρεία. Ακόμη και σε περίπτωση που ήταν παντρεμένη πριν το θάνατο του πατέρα της έπρεπε να χωρίσει και να παντρευτεί τον πλησιέστερο συγγενή βάσει νόμου, το ίδιο ίσχυε και για το σύζυγο. Αναφέρεται ότι υπήρχαν τρεις τάξεις σχετικά με τον πατέρα: ως θρησκευτικός αρχηγός, ως κυρίαρχος της οικογενειακής ιδιοκτησίας και ως δικαστής. Στη συνέχεια αναφέρει αναλυτικά τα στοιχεία που απαρτίζουν κάθε μία από τις τρεις τάξεις.
|
---|